Επιφυλακτικοί εμφανίζονται οι Έλληνες ως προς την ενσωμάτωση της τεχνητής νοημοσύνης (ΑΙ) στη ζωή τους, αλλά και σε επίπεδο κοινωνίας, παρά το γεγονός ότι αντιλαμβάνονται σε σημαντικό βαθμό τόσο το τί είναι το ΑΙ, όσο και το πώς μπορεί να βελτιώσει την καθημερινότητά τους.
Αυτό δείχνει η μελέτη με τίτλο «Greece: With an AI to the Future» που εκπόνησε για πρώτη φορά στην Ελλάδα η Accenture, σε συνεργασία με τη Microsoft.
Ειδικότερα, η μελέτη προσεγγίζει τέσσερις διακριτούς θεματικούς άξονες:Accenture-With-AI-to-the-Future-2019
– Πώς αντιλαμβάνεται η ελληνική κοινωνία την τεχνητή νοημοσύνη.
– Πώς αντιλαμβάνονται οι διοικήσεις των επιχειρήσεων και οργανισμών την τεχνητή νοημοσύνη.
– Ποιες είναι οι οικονομικές προοπτικές για την ελληνική οικονομία.
– Ποιες είναι οι προτεινόμενες δράσεις που θα πρέπει να υλοποιήσουν οι φορείς χάραξης πολιτικής και οι επιχειρήσεις για την περαιτέρω αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης.
Τα βασικά συμπεράσματα
Οι Έλληνες εμφανίζονται αισιόδοξοι, αλλά και επιφυλακτικοί, σχετικά με την τεχνητή νοημοσύνη, καθώς ενώ αντιλαμβάνονται σε σημαντικό βαθμό τί είναι το ΑΙ καθώς και το πώς μπορεί να βελτιώσει την καθημερινότητά τους, τόσο σε προσωπικό επίπεδο όσο και ευρύτερα σε επίπεδο κοινωνίας, είναι ταυτόχρονα επιφυλακτικοί απέναντί του.
Ομοίως, οι επιχειρήσεις και οι οργανισμοί στην Ελλάδα ενώ πιστεύουν στη δυναμική του ΑΙ ως καταλύτη αλλαγής και επίτευξης ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος, είναι ακόμα διστακτικοί στην ενσωμάτωσή του, εστιάζοντας μέχρι στιγμής κυρίως σε πιλοτικά προγράμματα περιορισμένης κλίμακας.
Επίσης, η μελέτη δείχνει ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης για την Ελλάδα, καθώς διαπιστώνεται ότι έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σωρευτικά σε άνοδο του ΑΕΠ κατά 195 δισ. δολάρια, στα επόμενα 15 χρόνια (από το 2020 έως και το 2035).
Θετικοί, αλλά επιφυλακτικοί
Σύμφωνα με την έρευνα, η προοπτική ενός μέλλοντος με κεντρικό άξονα το ΑΙ συναρπάζει τους Έλληνες, ωστόσο προκαλεί ταυτόχρονα προβληματισμό. Οι πολίτες έχουν μια καλή αντίληψη για το AI, με ποσοστό 65% να συσχετίζει ως πρώτη σκέψη τον όρο με εφαρμογές, όπως chatbots, digital assistants και ρομπότ, ενώ μόλις 2% του πληθυσμού δηλώνει άγνοια.
Ένας στους δύο ερωτηθέντες (56%) ενστερνίζεται την άποψη ότι το ΑΙ θα επιφέρει σημαντικά οφέλη στην κοινωνία, ενώ μεγάλο ποσοστό αναγνωρίζει τα προφανή οφέλη, σε κλάδους όπως η ιατρική και οι επιστήμες. Παρόλα αυτά, ο φόβος του αγνώστου, του νέου και η αβεβαιότητα που συνεπάγεται κάνουν τους Έλληνες να αισθάνονται μπερδεμένοι και προβληματισμένοι.
Ως αποτέλεσμα, οι Έλληνες ενώ θα εμπιστευόντουσαν τις τεχνολογίες ΑΙ για εφαρμογές οικιακής κατανάλωσης ενέργειας (84%), οικιακής ασφάλειας (84%) και παρακολούθησης υγείας (69%), είναι δύσπιστοι σε ότι αφορά εφαρμογές για τη διαχείριση οικονομικών (58%), την ασφάλεια παιδιών (58%) και την αυτόνομη οδήγηση (57%).
Ανεξάρτητα από τις εφαρμογές, ένα ποσοστό 64% δηλώνει ότι δε θα εμπιστευόταν πλήρως τις τεχνολογίες ΑΙ, χωρίς τη δυνατότητα ελέγχου και παρέμβασης από ανθρώπους.
Διστακτικές και οι επιχειρήσεις
Παρόμοια είναι και η αντιμετώπιση του ΑΙ από ηγετικά στελέχη επιχειρήσεων στην Ελλάδα, τα οποία ενώ αναγνωρίζουν τη δυναμική της τεχνητής νοημοσύνης, είναι διστακτικοί για τη συστηματική επένδυση σε αυτή.
Ειδικότερα, σύμφωνα με τα αποτελέσματα της έρευνας, το 85% των ερωτηθέντων στελεχών πιστεύει ότι η τεχνητή νοημοσύνη παρουσιάζει τεράστιες ευκαιρίες στην ανάπτυξη νέων προϊόντων, υπηρεσιών και επιχειρηματικών ιδεών.
Την ίδια στιγμή, 7 στους 10 (73%) προβλέπουν ότι το ΑΙ θα αλλάξει τη φύση του ανταγωνισμού τα επόμενα 3 χρόνια, προκαλώντας ισχυρές μεταβολές στην αγορά.
Το ίδιο περίπου ποσοστό (71%) εκφράζει την αγωνία ότι εάν η εταιρεία τους δεν αξιοποιήσει συστηματικά τις δυνατότητες που προσφέρει το ΑΙ, θα κληθεί να αντιμετωπίσει ένα ισχυρό ανταγωνιστικό μειονέκτημα.
Ωστόσο, ενώ οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα θεωρούν το ΑΙ ως «καταλύτη αλλαγής», φαίνονται μάλλον διστακτικές στο να επενδύσουν αυτή τη στιγμή στην τεχνητή νοημοσύνη. Συγκεκριμένα, το 54% των στελεχών αισθάνεται ότι είναι ακόμη πολύ νωρίς, θεωρώντας ότι το ΑΙ βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, οπότε προτιμά να περιμένει έως ότου ωριμάσουν οι σχετικές τεχνολογίες και συνθήκες.
Ο αριθμός των επιχειρήσεων στην Ελλάδα που έχει υλοποιήσει ολοκληρωμένα προγράμματα ΑΙ είναι πολύ μικρός (3%) σε σχέση με το αντίστοιχο παγκόσμιο δείγμα των επιχειρήσεων (45%).
Ωστόσο, ελπιδοφόρο είναι το γεγονός ότι 23% των επιχειρήσεων βρίσκεται σε αρχικά στάδια επενδύσεων επάνω στο ΑΙ, ενώ 37% πειραματίζεται με διάφορες πιλοτικές εφαρμογές.
Οι τρεις βασικότεροι λόγοι που εξηγούν την αδράνεια των επιχειρήσεων, σύμφωνα με τις απόψεις των στελεχών, είναι η έλλειψη ΑΙ δεξιοτήτων (69%), η ασυμβατότητα με τα παραδοσιακά – legacy συστήματα των επιχειρήσεων (57%) καθώς και η ποιότητα των δεδομένων (37%).
Με βάση την έρευνα, οι βασικοί τομείς των πρωτοβουλιών ΑΙ αναμένεται να είναι στο ΙΤ, το marketing, τις πωλήσεις και τα operations, ενώ τα βασικά οφέλη από την υλοποίηση τέτοιων λύσεων σχετίζονται με τη βελτιστοποίηση των λειτουργιών, το μετασχηματισμό προϊόντων και υπηρεσιών, τη βελτίωση των σχέσεων με τους πελάτες (customer engagement) και την ενδυνάμωση του προσωπικού.
Η έρευνα δείχνει ακόμα ότι η τεχνητή νοημοσύνη μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός ανάπτυξης για την οικονομία της Ελλάδας, καθώς διαπιστώνεται ότι έχει τη δυνατότητα να οδηγήσει σωρευτικά σε άνοδο του ΑΕΠ κατά 195 δισ. δολάρια μέσα στα επόμενα 15 χρόνια (από το 2020 έως το 2035).
Βάσει οικονομετρικών μοντέλων, η μελέτη δείχνει ότι η αύξηση αυτή θα σημειωθεί κυρίως ως απόρροια της «έξυπνης αυτοματοποίησης» και της «ενδυνάμωσης του ανθρώπινου δυναμικού και του κεφαλαίου». Συγκεκριμένα, η ελληνική οικονομία θα ενισχυθεί τα 15 αυτά χρόνια με επιπλέον 79 δισ. δολάρια, χάρη στις δυνατότητες που συνεπάγεται η έξυπνη αυτοματοποίηση.
Την ίδια στιγμή η μελέτη προβλέπει ακόμα ότι η τεχνητή νοημοσύνη αναμένεται να δώσει την ευκαιρία στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας και το κεφάλαιο να γίνουν πιο αποδοτικά, οδηγώντας στην αύξηση του ΑΕΠ κατά 88 δισ. δολάρια αθροιστικά. Τέλος, εκτιμάται ότι η καινοτομία, η οποία αναμένεται να τονωθεί χάρη στις τεχνολογίες ΑΙ, θα συμβάλλει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας κατά 29 δισεκατομμύρια δολάρια, μέσα στα επόμενα 15 χρόνια.
Οι προτεινόμενες δράσεις
Η μελέτη αναφέρει πως για να μην χαθεί η δυναμική για την τεχνητή νοημοσύνη οι φορείς χάραξης πολιτικής και τα ηγετικά στελέχη του επιχειρηματικού κόσμου οφείλουν να δουλέψουν μαζί, προκειμένου να ξεκλειδώσουν την αξία που φέρνει το ΑΙ στην καθημερινή ζωή και τις επιχειρήσεις.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα, οι φορείς χάραξης πολιτικής πρέπει να είναι έτοιμοι να αντιμετωπίσουν τις προκλήσεις που συνεπάγεται η τεχνητή νοημοσύνη σε οργανωτική, τεχνολογική, πολιτική, ηθική και κοινωνική διάσταση. Ως εκ τούτου, θα πρέπει να εστιάσουν:
– Στην επιτάχυνση του ψηφιακού μετασχηματισμού της χώρας.
– Στην προετοιμασία της νέας γενιάς για την εποχή της τεχνητής νοημοσύνης.
– Στην ανάπτυξη κώδικα δεοντολογίας για την τεχνητή νοημοσύνη.
– Στην εφαρμογή πολιτικών και δράσεων ένταξης και συνολικής προόδου.
Παράλληλα, η μελέτη σημειώνει ότι οι επικεφαλής των επιχειρήσεων, ανεξαρτήτως κλάδου, θα πρέπει να προχωρήσουν άμεσα στη συστηματική επένδυση και εφαρμογή των τεχνολογιών AI συνολικά στους οργανισμούς τους, το οποίο απαιτεί τις εξής πρωτοβουλίες:
– Μετάβαση από την απλή αυτοματοποίηση προς την ολιστική αξιοποίηση του ΑΙ και της καινοτομίας
– Διαρκής πειραματισμός με τεχνολογίες ΑΙ
– Πλήρης αξιοποίηση των δεδομένων
– Ανασχεδιασμός της φύσης της εργασίας
– Ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων σε όλα τα επίπεδα της επιχείρησης για την αποδοτικότερη συνεργασία με τις έξυπνες μηχανές.